Λέξη: τραπέζι

Σχετικές λέξεις: τραπέζι

τραπέζι μοναστηριακού τύπου, τραπέζι πικ νικ, τραπέζι πινκ πονκ, τραπέζι κουζίνας, τραπέζι κήπου, τραπέζι καθαράς δευτέρας, τραπέζι μπιλιάρδου, τραπέζι ονειροκρίτης, τραπέζι πινγκ πονγκ, τραπέζι σαλονιού, ορεκτικά για τραπέζι

Συνώνυμα: τραπέζι

τράπεζα, πίναξ, διάδοση, έκταση, σκέπασμα

Μεταφράσεις: τραπέζι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
table, the table, yard table, ping
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tabla, mesa, cuadro, mesa de, tabla de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tisch, verschieben, tafelrunde, tafel, verzeichnis, tabelle, Tabelle, Tisch
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tableau, ajourner, table, répertoire, la table, le tableau, table de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tabella, prospetto, tavola, tavolo, elenco, tavolo da, tabella di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tabuada, sistemático, tabela, mesa, tábua, quadro, lista, mesa de, tabela de
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tafel, dis, lijst, tabel, table
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
списки, планшайба, реестр, фуршет, расписание, таблица, скрижаль, доска, стол, табель, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bord, tavle, tabell, tabellen, bordet
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tavla, register, bord, tabell, tabellen, bordet
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lykätä, taulukko, taulu, pöytä, taulukossa, taulukon, kattava taulukko
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tabel, bord, tabellen, bordet
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tabule, deska, stůl, tabulka, stolek, přehled, stolní, tabulku
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wykaz, stolik, stół, tabela, stołowy, tabelka, tablica
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
táblázat, asztaltársaság, plató, tábla, táblavidék, asztal, táblázatban, táblázatot
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
masa, tablo, çizelge, tablosu, tabloda
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дошка, стіл, грання, долоня, долоню, таблиця, столу
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tryezë, tabelë, tavolinë, Tabela, Tabela e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
маса, таблица, стол, на маса, маса за, масичка
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стол
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tabel, laud, plaat, tabelis, tabeli, tabelit
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tablica, sto, tabela, stol, lista, tablice, tablici, stolni
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
borð, tafla, töflu, töflunni, Taflan
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
mensa
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lentelė, atidėti, stalas, stalo, lentelėje, table
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tabula, atlikt, galds, galdiņš, galda, tabulu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
масата, маса, табела, табелата, на маса
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tabel, amâna, mas, masă, tabelul, de masă, tabelă
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
stolní, miza, deska, tabela, namizni, preglednica, razpredelnica
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
stôl, stolní, stol

Στατιστικά δημοτικότητας: τραπέζι

Τυχαίες λέξεις