Vanhurskauttaminen στα ελληνικά

Μετάφραση: vanhurskauttaminen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικαιολογία, αιτιολογία, τεκμηρίωση, αιτιολόγηση, Αιτιολόγηση Η, Αιτιολόγηση Οι, δικαιολόγηση
Vanhurskauttaminen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kiistaton στα ελληνικά - αποφασιστικός, καθοριστικός, θετικός, αδιαφιλονίκητος, αμφισβητείται, αναμφισβήτητο, δεν αμφισβητείται, ...
  • kitti στα ελληνικά - στόκος, τσιμέντο, λάσπη, μπετό, putty, στόκο, στόκου, ...
  • kumea στα ελληνικά - πληκτικός, μουντός, μουχρός, βαρετός, αμβλύς, θαμπό, βαρετή, ...
  • liimainen στα ελληνικά - ανυποχώρητος, επίμονος, κόλλες, συγκολλητικά, συγκολλητικών, συγκολλητικές ουσίες, κολλών
Τυχαίες λέξεις
Vanhurskauttaminen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικαιολογία, αιτιολογία, τεκμηρίωση, αιτιολόγηση, Αιτιολόγηση Η, Αιτιολόγηση Οι, δικαιολόγηση