Vanhus στα ελληνικά
Μετάφραση: vanhus, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλαιός, γέρικος, γέρος, ανώτερος πολίτης, ηλικιωμένος, τρίτης ηλικίας, άτομο τρίτης ηλικίας, άτομα της τρίτης ηλικίας
Μεταφράσεις
- kalanmäti στα ελληνικά - γεννοβολώ, γεννώ, ταραμάς, αυγοτάραχο, ταραμά, αυγοτάραχου, αυγά ψαριών, ...
- koreilu στα ελληνικά - κενοδοξία, φιλαυτία, ματαιοδοξία, ματαιότητα, παρέλαση, παλληκαρισμός, επίδειξη, ...
- kursailematon στα ελληνικά - σημείο, το σημείο, σημείου, στοιχείο
- muna στα ελληνικά - αυγό, αυγών, αυγού, των αυγών, ωάριο
Τυχαίες λέξεις
Vanhus στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλαιός, γέρικος, γέρος, ανώτερος πολίτης, ηλικιωμένος, τρίτης ηλικίας, άτομο τρίτης ηλικίας, άτομα της τρίτης ηλικίας
Μεταφράσεις: παλαιός, γέρικος, γέρος, ανώτερος πολίτης, ηλικιωμένος, τρίτης ηλικίας, άτομο τρίτης ηλικίας, άτομα της τρίτης ηλικίας