Ympäri στα ελληνικά

Μετάφραση: ympäri, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γύρω, περίπου, για, περί, γύρω από, όλο, σε όλο
Ympäri στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • erilaisuus στα ελληνικά - ποικιλία, διαφορά, διαφοράς, διαφορετική, διαφορές, τη διαφορά
  • lemmitty στα ελληνικά - αγαπημένος, αγαπημένη, γλυκιά μου, τον αγαπημένο, την αγαπημένη
  • oppiminen στα ελληνικά - απόκτημα, απόκτηση, μάθηση, μάθησης, εκμάθησης, εκμάθηση, εκπαίδευσης
  • puhdistaa στα ελληνικά - βελτιώνω, ραφινάρω, εκκενώνω, καθαρός, καθαρίζω, εκκαθάριση, καθαρίσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Ympäri στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γύρω, περίπου, για, περί, γύρω από, όλο, σε όλο