Accompaniment στα ελληνικά

Μετάφραση: accompaniment, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνοδεία, συνοδείας, συνοδευτικό, συμπλήρωμα, συνοδεύει
Accompaniment στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accompanier στα ελληνικά - συνοδός
  • accompanies στα ελληνικά - συνοδεύει, θα τον συνοδεύουν
  • accompanist στα ελληνικά - συνοδεύων μουσικός, συνοδός, συνοδεία, συνοδό
Τυχαίες λέξεις
Accompaniment στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνοδεία, συνοδείας, συνοδευτικό, συμπλήρωμα, συνοδεύει