Accrue στα ελληνικά

Μετάφραση: accrue, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκύπτω, προστίθεμαι
Accrue στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accretion στα ελληνικά - πρόσφυση, προσαύξηση
  • accrual στα ελληνικά - επαύξηση
  • accrued στα ελληνικά - δεδουλευμένος, δεδουλευμένων, δεδουλευμένους, δεδουλευμένοι, δεδουλευμένα
  • accruement στα ελληνικά - θεμελίωσή, θεμελίωσή τους, τη θεμελίωσή, τη θεμελίωσή τους
Τυχαίες λέξεις
Accrue στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκύπτω, προστίθεμαι