Adverb στα ελληνικά

Μετάφραση: adverb, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίρρημα
Adverb στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adventurously στα ελληνικά - περιπέτειες, από περιπέτειες
  • adventurousness στα ελληνικά - περιπετειώδη, περιπετειώδη αναζήτηση
  • adverbial στα ελληνικά - επιρρηματικός
Τυχαίες λέξεις
Adverb στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίρρημα