Affirm στα ελληνικά

Μετάφραση: affirm, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βεβαιώνω, επικυρώνω, διαβεβαιώνω
Affirm στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affinities στα ελληνικά - συγγένειες, συνάφειες, συγγένεια, συνάφεια, χημικές συγγένειες
  • affinity στα ελληνικά - συνάφεια, έλξη, αγχιστεία
  • affirmation στα ελληνικά - διαβεβαίωση
  • affirmations στα ελληνικά - επιβεβαιώσεις, δηλώσεις, διαβεβαιώσεις, τις επιβεβαιώσεις, διαβεβαιώσεων
Τυχαίες λέξεις
Affirm στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βεβαιώνω, επικυρώνω, διαβεβαιώνω