Aid στα ελληνικά

Μετάφραση: aid, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικουρία, βοηθώ, βοήθημα, βοήθεια
Aid στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ahead στα ελληνικά - εμπρός, μπροστά, μέλλον, μπροστά από, ενόψει
  • ahem στα ελληνικά - εεε
Τυχαίες λέξεις
Aid στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικουρία, βοηθώ, βοήθημα, βοήθεια