Asceticism στα ελληνικά
Μετάφραση: asceticism, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασκητισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ascetically στα ελληνικά - ασκητικώς, ασκητικά, μέχρι ασκητισμού
- ascetics στα ελληνικά - ασκητές, ασκητών, οι ασκητές, τους ασκητές, των ασκητών
- ascorbic στα ελληνικά - ασκορβικό, ασκορβικού, το ασκορβικό, του ασκορβικού, -ασκορβικό
Τυχαίες λέξεις
Asceticism στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασκητισμός
Μεταφράσεις: ασκητισμός