Blow στα ελληνικά

Μετάφραση: blow, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φυσώ, χτύπημα
Blow στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blouse στα ελληνικά - μπλούζα
  • blouses στα ελληνικά - μπλούζες, πουκάμισα, φορέματα, τις μπλούζες, οι μπλούζες
  • blow-back στα ελληνικά - blow-, εμφύσηση, εμφυσήσεως, με εμφύσηση
  • blow-by-blow στα ελληνικά - χτύπημα, φυσήξει, πλήγμα, ανατινάξουν, φυσούν
Τυχαίες λέξεις
Blow στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φυσώ, χτύπημα