Λέξη: περιθώριο

Σχετικές λέξεις: περιθώριο

περιθώριο επιτοκίου, περιθώριο σφάλματος, περιθώριο ebitda, περιθώριο κέρδους, περιθώριο συνώνυμο, περιθώριο φερεγγυότητας, περιθώριο english, περιθώριο ασφάλισης, περιθώριο κέρδους φαρμακοποιών, περιθώριο μικτού κέρδους

Συνώνυμα: περιθώριο

άκρο, έκταση, πρόθεση, βλέψη, θέα, πεδίο δράσης, όριο, σύνορο, όχθη, προκαταβολή ως εγγύηση δανείου, επίδομα, χορήγηση, άδεια, παραδοχή, συγκατάβαση

Μεταφράσεις: περιθώριο

περιθώριο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
margin, scope, border, margin of, room

περιθώριο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
margen, margen de, el margen, márgenes, de margen

περιθώριο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fehlerspielraum, rand, marge, gewinnmarge, seitenrand, begrenzung, Marge, Rand, Spielraum, Spanne

περιθώριο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
marge, fourchette, bord, la marge, marge de, marges

περιθώριο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lembo, orlo, margine, ciglio, margine di, margini, il margine, del margine

περιθώριο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
partir, margem, abalar, margem de, margens, de margem, a margem

περιθώριο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kant, rand, marge, marges, marge van

περιθώριο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
разность, граница, полёт, берег, наценка, запас, задел, разница, полет, остаток, оконечность, прибыль, опушка, боковушка, полоса, край, маржа, поле

περιθώριο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
marg, bredd, rand, kant, margin, marginen

περιθώριο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
marginal, rand, kant, marginalen

περιθώριο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
välys, reunus, ranta, vara, marginaali, reuna, kate, marginaalin, marginaalia, liikkumavara, liikkumavaraa

περιθώριο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
margen, margin, margenen, marginen

περιθώριο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
okraj, marže, pokraj, lem, kraj, rozpětí, rezerva, solventnosti

περιθώριο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
margines, marża, krawędź, brzeg, marginesu, marży

περιθώριο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
különbözet, perem, árrés, lapszél, árkülönbözet, margó, margin, mérlegelési

περιθώριο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kenar, marjı, marj, kenar boşluğu, margin

περιθώριο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
морганатичний, маргарини, маржа

περιθώριο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
diferencë, Marzhi, diferencë të, margjina, kufi

περιθώριο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
марж, марж на, маржин, свобода

περιθώριο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вiдэлец, маржа

περιθώριο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
määr, veeris, serv, varu, marginaal, marginaali, ujuvusvaru, hinnakruvi

περιθώριο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
marža, ivica, rub, obale, margina, marže, maržu, margin

περιθώριο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
framlegð, framlegðin, brún, svigrúm, mörk

περιθώριο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paraštė, marža, skirtumas, atsarga, riba

περιθώριο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mala, robeža, starpība, norma, rezerve, starpību

περιθώριο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
маргина, маргината, маржа, маргина на, граница

περιθώριο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
margine, marjă, marja, marjă de, marja de

περιθώριο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
okraj, marža, stopnja, dampinga, rezerva, minimalni

περιθώριο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
okraj, hrana, okraje, okraji

Στατιστικά δημοτικότητας: περιθώριο

Τυχαίες λέξεις