Boy στα ελληνικά
Μετάφραση: boy, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγόρι, αγοριού, παιδί, αγόρι που, το αγόρι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- boxwood στα ελληνικά - πύξος, πυξάρι, το πυξάρι, πυξαριού
- boxy στα ελληνικά - κιβωτιόσχημα, κιβωτιοειδή
- boy-friend στα ελληνικά - αγόρι, αγοριού, παιδί, αγόρι που, το αγόρι
Τυχαίες λέξεις
Boy στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγόρι, αγοριού, παιδί, αγόρι που, το αγόρι
Μεταφράσεις: αγόρι, αγοριού, παιδί, αγόρι που, το αγόρι