Butter στα ελληνικά
Μετάφραση: butter, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βούτυρο, βουτύρου, το βούτυρο, του βουτύρου, βούτυρο που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- butt-joint στα ελληνικά - πισινό, άκρη, συγκόλληση κατ, butt
- butte στα ελληνικά - Butte, λόφο, λόφο της, το λόφο, το λόφο της
- butter-boat στα ελληνικά - βούτυρο, βουτύρου, το βούτυρο, του βουτύρου, βούτυρο που
- butter-dish στα ελληνικά - βούτυρο, βουτύρου, το βούτυρο, ελαίου και, του βουτύρου
Τυχαίες λέξεις
Butter στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βούτυρο, βουτύρου, το βούτυρο, του βουτύρου, βούτυρο που
Μεταφράσεις: βούτυρο, βουτύρου, το βούτυρο, του βουτύρου, βούτυρο που