Cleanse στα ελληνικά

Μετάφραση: cleanse, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκαθαρίζω
Cleanse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • barefoot στα ελληνικά - ξυπόλυτος, χωρίς παπούτσια, ξυπόλητος, ξυπόλητοι, ξυπόλυτοι
  • befuddled στα ελληνικά - σαστισμένοι
  • capitalized στα ελληνικά - κεφαλαιοποιημένη, κεφαλαιοποιούνται, κεφαλαιοποιημένων, κεφαλαιοποιημένες, κεφαλαιοποιημένης
  • cautious στα ελληνικά - εφεκτικός, επιφυλακτικός
Τυχαίες λέξεις
Cleanse στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκαθαρίζω