Curtail στα ελληνικά
Μετάφραση: curtail, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κονταίνω, περικόπτω, περιορίσει, περιορίσουν, να περιορίσει, περιορισμό, τον περιορισμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aghast στα ελληνικά - εμβρόντητος, έντρομος, μείνει εμβρόντητοι, εμβρόντητοι, κατάπληκτοι από
- ahead στα ελληνικά - εμπρός, μπροστά, μέλλον, μπροστά από, ενόψει
- bureaucratically στα ελληνικά - γραφειοκρατικά, γραφειοκρατική, γραφειοκρατικό, γραφειοκρατία, με γραφειοκρατικό
Τυχαίες λέξεις
Curtail στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κονταίνω, περικόπτω, περιορίσει, περιορίσουν, να περιορίσει, περιορισμό, τον περιορισμό
Μεταφράσεις: κονταίνω, περικόπτω, περιορίσει, περιορίσουν, να περιορίσει, περιορισμό, τον περιορισμό