Debility στα ελληνικά

Μετάφραση: debility, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατονία, αδυναμία, εξασθένηση, αδυναμίας, εξασθένιση
Debility στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adobe στα ελληνικά - πλίθα, Adobe, πλίθας, το Adobe, της πλίθας
  • asiatic στα ελληνικά - ασιατικός, ασιατικό, ασιατική, ασιατικού, ασιατικά
  • billet-doux στα ελληνικά - billet, καταυλίζω, πρισμάτων, μπιγέτα, μπιγέτας
Τυχαίες λέξεις
Debility στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατονία, αδυναμία, εξασθένηση, αδυναμίας, εξασθένιση