Epilepsy στα ελληνικά

Μετάφραση: epilepsy, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιληψία
Epilepsy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • camphoric στα ελληνικά - καμφορικός, καμφορικόν, καμφορικό, καμφορικού, του καμφορικού
  • carpenters στα ελληνικά - ξυλουργοί, ξυλουργούς, Ξυλουργικές, ξυλουργών, μαραγκοί
Τυχαίες λέξεις
Epilepsy στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιληψία