Exasperate στα ελληνικά
Μετάφραση: exasperate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξοργίζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- advantageously στα ελληνικά - επωφελώς, πλεονεκτικά, πλεονεκτικό, πλεονεκτικώς, πλεονεκτικό τρόπο
- burdock στα ελληνικά - κολλιτσίδα
Τυχαίες λέξεις
Exasperate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξοργίζω
Μεταφράσεις: εξοργίζω