Grievous στα ελληνικά

Μετάφραση: grievous, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θλιβερός, σοβαρός
Grievous στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • assaying στα ελληνικά - αναλύοντας, δοκιμασία, προσδιορισμό, ποσοτικό προσδιορισμό, ανιχνεύσεως
  • automats στα ελληνικά - Αυτόματοι πωλητές, Αυτόματοι, σύνδεση automats, τα automats
  • baptizes στα ελληνικά - βαπτίζει, βαφτίζει, βαπτίζει εις, που βαπτίζει
  • black-face στα ελληνικά - μαύρο, μαύρη, μαύρα, μαύρες, μαύρου
Τυχαίες λέξεις
Grievous στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θλιβερός, σοβαρός