Inaccessible στα ελληνικά

Μετάφραση: inaccessible, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απρόσιτος
Inaccessible στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acerbic στα ελληνικά - στυφός
  • anchormen στα ελληνικά - anchor-
  • bangle στα ελληνικά - βραχιόλι, βαρύ, βραχιόλι βαρύ, βραχιολιών
  • carport στα ελληνικά - στέγασμα για αυτοκίνητο, υπόστεγο αυτοκινήτου, υπόστεγο, υπόστεγο αυτοκινήτου Ανοιχτό
Τυχαίες λέξεις
Inaccessible στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απρόσιτος