Inefficient στα ελληνικά

Μετάφραση: inefficient, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναποτελεσματικός
Inefficient στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bared στα ελληνικά - Bared, απογυμνωμένο, Μπάρεντ, τον απογυμνωμένο, γυμνό
  • bearing στα ελληνικά - στάση, σχέση, έδρανο
  • beetle-browed στα ελληνικά - σκαθάρι, σκαθαριού, σκαθάρι του, χρυσόμυγα, κάνθαρος
Τυχαίες λέξεις
Inefficient στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναποτελεσματικός