Inoculation στα ελληνικά

Μετάφραση: inoculation, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμβολιασμός, εμβολιασμό, τον εμβολιασμό, ενοφθαλμισμό, εμβολιασμού
Inoculation στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abducting στα ελληνικά - απαγωγέα, απαγωγή, απήγαγε, που απήγαγε, απήγαγε το
  • biathlon στα ελληνικά - δίαθλο, διάθλου, δίαθλου, το δίαθλο
  • bog-trotter στα ελληνικά - ΤτΕ, τυρφώνες, τυρφώνων, τυρφώνες τυρφώνες, της ΤτΕ
Τυχαίες λέξεις
Inoculation στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμβολιασμός, εμβολιασμό, τον εμβολιασμό, ενοφθαλμισμό, εμβολιασμού