Instantly στα ελληνικά
Μετάφραση: instantly, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμέσως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absolutely στα ελληνικά - τελείως, απολύτως, απόλυτα, εντελώς, είναι απολύτως, οπωσδήποτε
- angriness στα ελληνικά - θυμός
- booth στα ελληνικά - παράπηγμα, πάγκος, θάλαμος
Τυχαίες λέξεις
Instantly στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμέσως
Μεταφράσεις: αμέσως