Introduce στα ελληνικά
Μετάφραση: introduce, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εισάγω, συστήνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abatement στα ελληνικά - μείωση, ελάττωση
- avocations στα ελληνικά - ασχολίες
- canted στα ελληνικά - κεκλιμένη, κεκλιμένης, λοξοτομημένοι, λοξοτομημένος, υπερύψωση
Τυχαίες λέξεις
Introduce στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εισάγω, συστήνω
Μεταφράσεις: εισάγω, συστήνω