Invent στα ελληνικά

Μετάφραση: invent, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφευρίσκω
Invent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alterations στα ελληνικά - μετατροπές, μεταβολές, αλλοιώσεις, αλλαγές, τροποποιήσεις
  • anatomize στα ελληνικά - ανατέμνω
  • blasphemed στα ελληνικά - βλασφημείται, βλασφήμησαν, βλασφημούσαν, βλασφήμησε, βλασφημηθεί
  • capitalizing στα ελληνικά - κεφαλαιοποίηση, κεφαλαιοποιώντας, αξιοποιώντας, την κεφαλαιοποίηση, την αξιοποίηση
Τυχαίες λέξεις
Invent στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφευρίσκω