Invention στα ελληνικά
Μετάφραση: invention, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anxious στα ελληνικά - ανήσυχος, αγχώδης
- by-product στα ελληνικά - υποπροϊόν, παραπροϊόν, παραπροϊόντος, υποπροϊόντος, υποπροϊόντων
Τυχαίες λέξεις
Invention στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης
Μεταφράσεις: εφεύρεση, εφεύρεσης, εφευρέσεως, ευρεσιτεχνίας, της εφεύρεσης