Mammal στα ελληνικά

Μετάφραση: mammal, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θηλαστικό, θηλαστικού, θηλαστικών, θηλαστικό που, θηλαστικά
Mammal στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alarms στα ελληνικά - συναγερμός, συναγερμοί, συναγερμούς, συναγερμών, συναγερμού
  • challengeable στα ελληνικά - να προσβληθεί, να προσβληθούν, δεκτική προσφυγής, προσβλητή, προσβλητέα
Τυχαίες λέξεις
Mammal στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θηλαστικό, θηλαστικού, θηλαστικών, θηλαστικό που, θηλαστικά