Merit στα ελληνικά

Μετάφραση: merit, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξία, αξίας, προσόντα, πλεονέκτημα, προσόντων
Merit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • activism στα ελληνικά - ακτιβισμός
  • blade-bone στα ελληνικά - σπάλα
  • bunion στα ελληνικά - κάλλος του μεγάλου δάκτυλου του ποδός, κάλος, κάλο, για κότσι, κοτσιού
Τυχαίες λέξεις
Merit στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξία, αξίας, προσόντα, πλεονέκτημα, προσόντων