Moment στα ελληνικά
Μετάφραση: moment, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στιγμή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- auxiliaries στα ελληνικά - βοηθητικά, επικουρικοί, βοηθούς, βοηθητικά μέσα, βοηθητικές ουσίες
- bodice στα ελληνικά - κορσάζ
- broadcloth στα ελληνικά - λεπτό μάλλινο ύφασμα, τσόχινα, μάλλινο
- canvassed στα ελληνικά - συλλεχθεί, μελετήθηκε, που μελετήθηκε
Τυχαίες λέξεις
Moment στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στιγμή
Μεταφράσεις: στιγμή