Omelette στα ελληνικά
Μετάφραση: omelette, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομελέτα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- administering στα ελληνικά - χορήγηση, χορήγησης, χορηγήσεως, χορηγούντα
- betrays στα ελληνικά - προδίδει, προδίδει αναπόφευκτα, γίνει προδότης, να προδίδει αναπόφευκτα, προδίδει σε
- cadastre στα ελληνικά - κτηματολόγιο, κτηματολογίου, το κτηματολόγιο, του κτηματολογίου, κτηματολογίων
Τυχαίες λέξεις
Omelette στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομελέτα
Μεταφράσεις: ομελέτα