Painter στα ελληνικά
Μετάφραση: painter, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαφέας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alleviative στα ελληνικά - ανακουφιστικός, ελαφρυντικός, ανακουφιστικές, και ανακουφιστικές
- arrogation στα ελληνικά - υπερβολική αξίωση, σφετερισμό, προσοικείωσής, της προσοικείωσής, Μονοπώληση
- capacity στα ελληνικά - χωρητικότητα
Τυχαίες λέξεις
Painter στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαφέας
Μεταφράσεις: βαφέας