Pit στα ελληνικά

Μετάφραση: pit, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορυχείο, λάκκος
Pit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acquired στα ελληνικά - αποκτήθηκαν, απέκτησε, αποκτηθεί, αποκτήθηκε, αποκτήσει
  • acres στα ελληνικά - στρέμματα, στρεμμάτων, εκτάρια, στρ
  • applejack στα ελληνικά - οινόπνευμα μήλων, απόσταγμα μηλίτη, Applejack
  • artistically στα ελληνικά - καλλιτεχνικά, καλλιτεχνική, καλλιτεχνικό, καλλιτεχνικής, εικαστικά
Τυχαίες λέξεις
Pit στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορυχείο, λάκκος