Plunder στα ελληνικά
Μετάφραση: plunder, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεηλατώ, λεηλασία, λεηλασίας, λάφυρα, αρπαγή, λεηλατήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- actions στα ελληνικά - δράσεις, ενέργειες, δράσεων, ενεργειών, τις δράσεις
- awe στα ελληνικά - δέος, δέους, το δέος, δέο, προκαλεί δέος
Τυχαίες λέξεις
Plunder στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεηλατώ, λεηλασία, λεηλασίας, λάφυρα, αρπαγή, λεηλατήσουν
Μεταφράσεις: λεηλατώ, λεηλασία, λεηλασίας, λάφυρα, αρπαγή, λεηλατήσουν