Possessor στα ελληνικά

Μετάφραση: possessor, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάτοχος, νομέας, νομέα, κατόχου, κάτοχο
Possessor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • byword στα ελληνικά - παρατσούκλι, ρητό, συνώνυμο, συνώνυμο της, σημείο αναφοράς
  • cairn στα ελληνικά - σωρός από πέτρες, Cairn, τύμβων, τύμβου στο, τύμβου
  • cedes στα ελληνικά - εκχωρεί, παραχωρεί, παραχωρώντας, παραχωρώντας το δικαίωμα, απέκτησε και παραχώρησε
Τυχαίες λέξεις
Possessor στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάτοχος, νομέας, νομέα, κατόχου, κάτοχο