Λέξη: σφαίρα

Σχετικές λέξεις: σφαίρα

σφαίρα fm, σφαίρα ονειροκρίτης, σφαίρα κύπρου, σφαίρα μεταφορική, σφαίρα όπλου, σφαίρα radio live, σφαίρα ελλάδος, σφαίρα ρούχα, σφαίρα του αρχιμήδη, σφαίρα άθλημα

Συνώνυμα: σφαίρα

κύκλος, υδρόγειος, μπάλα, τόπι, μπίλια, χοροεσπερίδα, χοροεσπερίς, λεκάνη, γαβάθα, κύπελο, βολή, πυροβολισμός, σφαιρίδια, τουφεκισμός, σκοπευτής, γυμνοσάλιαγκας, γυμνοσάλιαγκος, τεμάχιο μέταλλου, γλόμπος, υδρόγειος σφαίρα, υφήλιος, βολί, σφαίρα όπλου, βλήμα

Μεταφράσεις: σφαίρα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slug, bullet, realm, sphere, ball, globe, orb
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bala, plomo, esfera, ámbito, esfera de, la esfera, campo
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
faulpelz, ackerschnecke, reglette, bereich, faulenzer, gewehrkugel, nacktschnecke, ausgangsform, kugel, Bereich, ...
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
champ, balle, domaine, règne, royaume, prune*, zigoto, trait, boulette, bille, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
picchiare, pallottola, regno, sfera, settore, ambito, campo, sfera di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
deveras, lentamente, bala, verdadeiramente, lesma, reino, projéctil, realmente, esfera, domínio, ...
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
staat, naaktslak, kogel, koninkrijk, rijk, bol, sfeer, gebied, terrein, gebied van
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
самородок, сфера, околица, пилильщик, шар, ёрш, ветвь, пуля, бить, лодырь, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kule, kongerike, sfære, sfæren, kula
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kula, rike, sfär, området, sfären, område
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laiskuri, ala, etana, valtakunta, kuula, luoti, ammus, maailma, pallo, alalla, ...
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kugle, sfære, område, området, rum
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
říše, špalík, království, projektil, oblast, střela, doména, kulička, úder, kulka, ...
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
walnąć, żeton, królestwo, pocisk, kulka, państwo, domena, kula, dziedzina, bryłka, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sorköztag, forgóhenger, légpuskagolyó, tömb, állam, fémdarab, gömb, szféra, területén, szférában, ...
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kurşun, ok, krallık, tembel, mermi, küre, alan, küresi, sphere, kürenin
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
слимак, ядро, б'ючись, пуля, справді, дійсно, жетон, невже, бити, самородок, ...
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
plumb, sferë, sferën, sfera, sfere, sferë e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
близнял, пуля, сфера, област, сферата, сфери
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сфера, сфэра
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
valdus, nälkjas, kuul, kera, valdkonnas, tegevusvaldkond, sfääri, sfääris
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
komad, carstvo, metak, čep, jezgra, olovo, područje, kraljevina, kuršum, cjevčica, ...
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kúlu, sviði, kúla, kúlan, kúlulaga
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
regnum, imperium
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kulka, karalystė, sfera, sritis, rutulys, sferos, sritį
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
karaliste, lode, karaļvalsts, sfēra, joma, nozare, sfēru, sfērā
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сфера, сферата, областа, област, полето
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
regat, sferă, sfera, domeniul, domeniu, sfere
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
doména, krogla, sfera, sphere, krogle, sfero
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
doména, brok, slimák, guľa, gule

Στατιστικά δημοτικότητας: σφαίρα

Τυχαίες λέξεις