Λέξη: εναντίον

Σχετικές λέξεις: εναντίον

εναντίον όλων, εναντιων λεξικο, εναντίον ντίνος χριστιανόπουλος, εναντίον του ευρώ στρέφονται τώρα οι ελίτ της γαλλίας, εναντίον συνώνυμα, εναντίον του θεού, εναντίον χριστιανόπουλος, εναντίον του marlboro, εναντίον ορισμόσ, εναντίον ή εναντίων, βραζιλία εναντίον γερμανία, ολλανδία εναντίον αργεντινή, βραζιλία εναντίον κολομβία, γαλλία εναντίον γερμανία, βραζιλία εναντίον χιλή, γερμανία εναντίον αργεντινή, βραζιλία εναντίον ολλανδία, γερμανία εναντίον αλγερία, αργεντινή εναντίον βέλγιο, ολλανδία εναντίον μεξικό, αργεντινή εναντίον ελβετία, γαλλία εναντίον νιγηρία

Μεταφράσεις: εναντίον

εναντίον στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
against, versus, vs., vs, against a, anti

εναντίον στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
contra, enfrente, hacia, contra la, contra el, en contra, contra de

εναντίον στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
entgegen, ferner, wiederum, wider, wetteifern, auflehnte, contra, gegen, wieder, gewandt, vor, gegenüber, an

εναντίον στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
contre, moyennant, pour, vers, malgré, par, sur, à, dans, contre les, contre la, contre le

εναντίον στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
contro, contro la, contro il, nei confronti, contro le

εναντίον στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
contra, contra a, contra o, encontro, de encontro

εναντίον στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
jegens, tegen, tegenover, versus, tegen de, tegen het, met

εναντίον στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вопреки, про, на, ото, к, по, от, об, против, с, отношении

εναντίον στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
imot, mot

εναντίον στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
emot, mot, gentemot

εναντίον στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vastaan, vastoin, vasten, turvata, vapaaksi, vastaisen

εναντίον στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
imod, mod, af, over, over for

εναντίον στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vůči, po, proti, před, na, oproti

εναντίον στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
z, na, wbrew, przy, o, ku, przeciw, przed, przeciwko

εναντίον στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ellen, elleni, szemben, szembeni

εναντίον στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aleyhinde, karşı, karşısında, yönelik, aleyhine

εναντίον στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
проти, на-на, до, версії, на, з, обіді-на, між-на

εναντίον στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kundër, ndaj, kundrejt, kunder, kundër të

εναντίον στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
против, срещу, от, с, спрямо

εναντίον στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
супраць, супроць

εναντίον στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vastu, versus, suhtes, eest, vastu suunatud

εναντίον στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nasuprot, protiv, od, na, prema, odnosu

εναντίον στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gegn, móti, á móti, við, gagnvart

εναντίον στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
contra

εναντίον στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
prieš, nuo, su, dėl, atžvilgiu

εναντίον στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pret, attiecībā pret, uz, pretēji

εναντίον στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
против, од, во однос, врз, однос

εναντίον στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
contra, împotriva, impotriva, față, față de

εναντίον στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
proti, pred, zoper, ob, glede

εναντίον στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
proti, oproti, voči, pred

Στατιστικά δημοτικότητας: εναντίον

Τυχαίες λέξεις