Predominate στα ελληνικά

Μετάφραση: predominate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικρατώ, υπερισχύω, κυριαρχούν, επικρατούν, υπερισχύουν, κυριαρχούν οι, κυριαρχεί
Predominate στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrogate στα ελληνικά - καταργήσει, καταργεί, να καταργήσει, καταργηθεί, κατάργηση
  • affectations στα ελληνικά - επιτήδευση
Τυχαίες λέξεις
Predominate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικρατώ, υπερισχύω, κυριαρχούν, επικρατούν, υπερισχύουν, κυριαρχούν οι, κυριαρχεί