Proudly στα ελληνικά
Μετάφραση: proudly, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερήφανα, με καμάρι, περήφανα, υπερηφάνεια, με υπερηφάνεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amateurishness στα ελληνικά - ερασιτεχνισμός, ερασιτεχνισμού, ερασιτεχνισμούς
- bifid στα ελληνικά - δισχιδή, δισχιδείς
- cacti στα ελληνικά - κάκτοι, κάκτους, οι κάκτοι, κάκτων, κακτοειδή
Τυχαίες λέξεις
Proudly στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερήφανα, με καμάρι, περήφανα, υπερηφάνεια, με υπερηφάνεια
Μεταφράσεις: υπερήφανα, με καμάρι, περήφανα, υπερηφάνεια, με υπερηφάνεια