Publish στα ελληνικά
Μετάφραση: publish, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δημοσιεύω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- authorizing στα ελληνικά - αρμόδιος, αρμόδιο, διατάκτη, αρμόδιου, εκδίδουσα
- blunting στα ελληνικά - άμβλυνση, αμβλύνοντας, άμβλυνσης, αμβλύνσεως, στομώματος
- bone-head στα ελληνικά - τα οστά, με κόκαλα, με οστά, κόκαλα που
- cessation στα ελληνικά - παύση, διακοπή, παύσης, τη διακοπή, την παύση
Τυχαίες λέξεις
Publish στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δημοσιεύω
Μεταφράσεις: δημοσιεύω