Regularly στα ελληνικά
Μετάφραση: regularly, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τακτικά, τακτική, σε τακτική, κανονικά, τακτά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- analyzes στα ελληνικά - αναλύσεις, αναλύσεων, αναλύει, ανάλυση, τις αναλύσεις
- ascribing στα ελληνικά - που αποδίδουν
- cadmium στα ελληνικά - κάδμιο, καδμίου, το κάδμιο, του καδμίου, σε κάδμιο
Τυχαίες λέξεις
Regularly στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τακτικά, τακτική, σε τακτική, κανονικά, τακτά
Μεταφράσεις: τακτικά, τακτική, σε τακτική, κανονικά, τακτά