Renounce στα ελληνικά
Μετάφραση: renounce, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκηρύσσω, εγκαταλείπω, αποποιούμαι, αποκηρύξουν, αποκηρύξει, να αποκηρύξει, παραιτηθεί από, παραιτηθούν από
Μεταφράσεις
- adsorptive στα ελληνικά - προσροφητικός, προσροφητική, προσροφητικοί, προσροφητικές, απορροφητικοί
- aggregated στα ελληνικά - συγκεντρωτικά, συγκεντρωτική, συγκεντρωτικών, συνολικό, συγκεντρωτικές
- allayed στα ελληνικά - παραμερισθεί, διασκεδάσει, καθησυχάσει, αίρονται, μετριαστούν
- barn στα ελληνικά - αχυρώνας
Τυχαίες λέξεις
Renounce στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκηρύσσω, εγκαταλείπω, αποποιούμαι, αποκηρύξουν, αποκηρύξει, να αποκηρύξει, παραιτηθεί από, παραιτηθούν από
Μεταφράσεις: αποκηρύσσω, εγκαταλείπω, αποποιούμαι, αποκηρύξουν, αποκηρύξει, να αποκηρύξει, παραιτηθεί από, παραιτηθούν από