Replenish στα ελληνικά
Μετάφραση: replenish, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπληρώ, ανεφοδιάζω, αναπληρωθούν, αναπλήρωση, ανασύσταση, την ανασύσταση, τροφοδοτήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amend στα ελληνικά - τροποποιώ
- breast-bone στα ελληνικά - στέρνου
- burly στα ελληνικά - εύσωμος, γεροδεμένος
Τυχαίες λέξεις
Replenish στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπληρώ, ανεφοδιάζω, αναπληρωθούν, αναπλήρωση, ανασύσταση, την ανασύσταση, τροφοδοτήσει
Μεταφράσεις: αναπληρώ, ανεφοδιάζω, αναπληρωθούν, αναπλήρωση, ανασύσταση, την ανασύσταση, τροφοδοτήσει