Restriction στα ελληνικά

Μετάφραση: restriction, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιορισμός, περιστολή
Restriction στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • baggers στα ελληνικά - baggers σε, μηχανήματα τοποθέτησης σε σακούλες
  • banalities στα ελληνικά - κοινοτοπιών, κοινοτοπίες, κοινοτυπίες
  • beings στα ελληνικά - όντα, όντων, τα όντα, πλάσματα, οντα
  • bow-wow στα ελληνικά - τόξο, πλώρη, υποκύψει, υποκύψουν, φιόγκο
Τυχαίες λέξεις
Restriction στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιορισμός, περιστολή