Scale στα ελληνικά
Μετάφραση: scale, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλιμάκωση, λέπι, κλίμακα, κλίμακας
Μεταφράσεις
- affixed στα ελληνικά - τοποθετείται, επικολλάται, τοποθετηθεί, τίθεται, επιτίθεται
- airships στα ελληνικά - αερόπλοια, αερόπλοιων, αερόστατο, τα αερόπλοια
- capitulated στα ελληνικά - συνθηκολογήσει, συνθηκολόγησε, συνθηκολόγησαν, συνθηκολόγηση, τη συνθηκολόγηση
- censored στα ελληνικά - λογοκρίνονται, λογοκρίνεται, λογοκριμένη, λογοκρίθηκε, λογοκριθεί
Τυχαίες λέξεις
Scale στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλιμάκωση, λέπι, κλίμακα, κλίμακας
Μεταφράσεις: κλιμάκωση, λέπι, κλίμακα, κλίμακας