Shoe στα ελληνικά

Μετάφραση: shoe, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεταλώνω, παπούτσι
Shoe στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absolutely στα ελληνικά - τελείως, απολύτως, απόλυτα, εντελώς, είναι απολύτως, οπωσδήποτε
  • bachelor στα ελληνικά - άγαμος, απόφοιτος, Bachelor, εργένης, μπάτσελορ
  • bifurcated στα ελληνικά - διχαλωτό, διχαλωτές, διχαλωτή, διχαλωτού, διακλαδισμένου
Τυχαίες λέξεις
Shoe στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεταλώνω, παπούτσι