Short στα ελληνικά

Μετάφραση: short, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοντός
Short στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acceptably στα ελληνικά - αποδεκτά, αποδεκτώς, αποδεκτό τρόπο, παραδεκτώς, με αποδεκτό
  • armament στα ελληνικά - εξοπλισμός
  • cajoled στα ελληνικά - καλοπιάνεται, δελεάζονται, δελεαστεί, καλοπιάνουν
  • cannibalistic στα ελληνικά - καννιβαλιστικός, καννιβαλική, κανιβαλιστική, κανιβαλικού, κανιβαλικό
Τυχαίες λέξεις
Short στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοντός