Stereotyped στα ελληνικά
Μετάφραση: stereotyped, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινότυπος, στερεότυπος, στερεότυπες, στερεότυπα, στερεότυπη, Μεταξοτυπία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abridged στα ελληνικά - συνοπτικό, συντομευμένη, συντετμημένα, συνοπτικής, συντομευμένης
- age-related στα ελληνικά - σχετιζόμενη με την ηλικία, σχετίζεται με την ηλικία, ηλικιακής εκφύλισης, ηλικιακής εκφύλισης της
- anions στα ελληνικά - ανιόντα, ανιόντων, τα ανιόντα, ανιόντα που, των ανιόντων
Τυχαίες λέξεις
Stereotyped στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινότυπος, στερεότυπος, στερεότυπες, στερεότυπα, στερεότυπη, Μεταξοτυπία
Μεταφράσεις: κοινότυπος, στερεότυπος, στερεότυπες, στερεότυπα, στερεότυπη, Μεταξοτυπία