Stirring στα ελληνικά
Μετάφραση: stirring, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνταρακτικός, ανακάτεμα, ανάδευση, η ανάδευση, ανάδευσης, υπό ανάδευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accessorial στα ελληνικά - Βοηθητικά, Παρελκόμενα, Επαφές Βοηθητικά
- anthem στα ελληνικά - ύμνος
- bolometer στα ελληνικά - βολόμετρο, μικροβολόμετρο
Τυχαίες λέξεις
Stirring στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνταρακτικός, ανακάτεμα, ανάδευση, η ανάδευση, ανάδευσης, υπό ανάδευση
Μεταφράσεις: συνταρακτικός, ανακάτεμα, ανάδευση, η ανάδευση, ανάδευσης, υπό ανάδευση