Stork στα ελληνικά
Μετάφραση: stork, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πελαργός, Stork, πελαργού, πελαργό, πελαργών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- analgesia στα ελληνικά - αναλγησία, αναλγησίας, την αναλγησία, η αναλγησία, της αναλγησίας
- boniface στα ελληνικά - Boniface, Βονιφάτιος, Βονιφάτιο, ο Βονιφάτιος, τον Βονιφάτιο
- carcinogenic στα ελληνικά - καρκινογόνες, καρκινογόνος, καρκινογόνο, καρκινογόνων, καρκινογόνα
Τυχαίες λέξεις
Stork στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πελαργός, Stork, πελαργού, πελαργό, πελαργών
Μεταφράσεις: πελαργός, Stork, πελαργού, πελαργό, πελαργών